Η διογκωμένη πολυστερίνη, γνωστή και ως «φελιζόλ» αποτελεί έναν πολύ σημαντικό ρυπαντή του θαλάσσιου και παράκτιου περιβάλλοντος. Έρευνες της ΟΖΟΝ για τα θαλάσσια απορρίμματα αποκαλύπτουν πως το φελιζόλ είναι ο βασικότερος ρυπαντής της δυσπρόσιτης ακτογραμμής εμφανίζοντας πολυετείς συσσωρεύσεις.
Κύριες πηγές αυτής της ρύπανσης είναι η ιχθυοκαλλιέργεια και η επαγγελματική αλιεία.
Τα σκουπίδια από φελιζόλ παγιδεύονται ανάμεσα σε βράχια, χαμηλή βλάστηση, ξύλα, καλάμια και άλλα συντρίμμια που ξεβράζει η θάλασσα. Εκεί, διαλύεται με την τριβή από το κύμα και τον άνεμο σε μικροπλαστικό τρίμα ενώ με την επίδραση της ηλιακής ακτινοβολίας δημιουργείται στην επιφάνεια του υλικού πούδρα νανοπλαστικών σωματιδίων. Το τρίμα μικροπλαστικών και νανοπλαστικών σωματιδίων εισχωρεί στο βότσαλο των ακτών και δημιουργεί υπόστρωμα, επιπλέει στη θάλασσα και μεταφέρεται σε μεγάλες αποστάσεις, παρασύρεται από τον άνεμο και διαχέεται στον αέρα. Σε κάθε περίπτωση, τα σωματίδια του διαλυμένου φελιζόλ εισχωρούν εύκολα στην τροφική αλυσίδα πανίδας, ιχθυοπανίδας και ορνιθοπανίδας όπως επίσης και στον ανθρώπινο οργανισμό.
Η συλλογή, αποθήκευση και μεταφορά του φελιζόλ είναι δύσκολη υπόθεση με αρκετά υψηλό κόστος καθώς το υλικό είναι πολύ ελαφρύ και ογκώδες (πάνω από 90% του υλικού είναι αέρας). Επιπροσθέτως, το φελιζόλ που βρίσκουμε πεταμένο στη φύση περιέχει πολλές προσμίξεις και ακαθαρσίες που το καθιστούν ακατάλληλο για ανακύκλωση. Τα παραπάνω έχουν ως αποτέλεσμα να είναι ασύμφορη και χωρίς οικονομικό ενδιαφέρον η συλλογή των απορριμμάτων που συσσωρεύονται στις ακτές.